- εγχειρίζομαι
- εγχειρίζομαι, εγχειρίστηκα, εγχειρισμένος βλ. πίν. 34
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
Τα ρήματα της νέας ελληνικής. 2013.
ՁԵՌՆԱՄՈՒԽ — ( ) NBH 2 0152 Chronological Sequence: Unknown date, Early classical, 8c, 10c, 12c, 14c ՁԵՌՆԱՄՈՒԽ ԼԻՆԵԼ. ἑπιλαμβάνω, προσχράομαι , ἑγχειρίζομαι, προσχειρίζω, προσέρχομαι apprehendo, sumo, praesumo, aggredior. որ եւ ՁԵՌՆԱՄԽԵԼ. Ձեռն մխել. ձգել… … հայերեն բառարան (Armenian dictionary)